Ενώ έχουν γκρεμιστεί, τα γύρω σε αυτό σπίτια, και έχουν χτιστεί νέα με πιλοτές και κήπους, αυτό το σπίτι δεν έχει πειραχτεί καθόλου. Και πλάκα-πλάκα είναι σε πολύ καλή θέση. Δεν βλέπει παραλία αλλά τον μικρό κάμπο μέχρι το λόφο Αυγό.
Το συγκεκριμένο σπίτι δεν τολμά κανείς να το αγοράσει γιατί υπάρχει ένας φόβος γενικά. Όποιος αγόρασε αυτό το οικόπεδο, πέθανε μετά από λίγο καιρό. Κανείς δεν έχει προλάβει να το γκρεμίσει και να χτίσει ένα νέο. Επίσης έχουν ακουστεί ότι οι γείτονες ακούνε μερικά βράδια θορύβους από αλυσίδες και λουκέτα. Και η αστυνομία έχει πάει αρκετές φορές για να βρει κάποια στοιχεία ώστε να αποκλείσουν την περίπτωση να είναι κάποιος που να τα κάνει αυτά. Οι γείτονες φυσικά, άλλο που δεν θέλουν να γκρεμίσουν αυτό το σπίτι αφού τους υποβαθμίζει την περιοχή. Οπότε δεν έχουν λόγο να έχουν δημιουργήσει αυτή την ιστορία. Να φανταστείτε το σπίτι δεν το πλησιάζουν ούτε σκυλιά ούτε τίποτα. Έχει το κάτι άλλο στην αύρα του. Το σπίτι εξωτερικά είναι βαμμένο στην ίδια απόχρωση του αίματος. Από εκεί έχει ονομαστεί το “Κόκκινο Σπίτι”.
Το σπίτι των Ρεΐζηδων στο Επισκοπείο, στο συριανό «Κολωνάκι», είναι ένα διώροφο αρχοντικό που προδίδει την οικονομική επιφάνεια της εφοπλιστικής οικογένειας που το κατοικούσε…
Το “κόκκινο σπίτι”, στοιχειωμένο, καταραμένο, αιματοβαμμένο, σώζεται έως και τις μέρες μας, ερειπωμένο μεν, διατηρώντας όλο του το μεγαλείο δε.
Πάντως, είναι προφανές απο τις φωτογραφίες, οτι πρόκειται όντως για σπίτι που είναι βαμμένο με κόκκινη μπογιά.
Όλα αυτά μαζί με τα σενάρια περί ανυπαρξίας νομίμων κληρονόμων, ή περί κωλύματος πωλήσεως του σπιτιού, διατηρούν αναλλοίωτο τον θρύλο.
Η ιστορία της οικογένειας των Ρεΐζηδων
Λένε, οτι οι απόγονοι της αιματοβαμμένης οικογένειας, εγκαταστάθηκαν ύστερα από πολλά χρόνια ξανά στο νησί, σε άλλο όμως σπίτι, με άλλο όνομα, προσπαθώντας έτσι να βγάλουν από πάνω τους τη «ρετσινιά». Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι ουδέποτε διεκδικήθηκε η τεράστια ακίνητη περιουσία…
Σύμφωνα με κατοίκους του νησιού, η ιστορία που αφηγείται στο βιβλίο του ο Μ. Καραγάτσης: “Η Μεγάλη Χίμαιρα”, ίσως να είναι αληθινή και να στηρίχθηκε σε κάποια απο τα αληθινά γεγονότα που στοίχειωσαν το “Κόκκινο σπίτι”.
Η ιστορία του βιβλίου αφορά μια νεαρή Γαλλίδα που ονομάζεται Μαρίνα Μπαρέ και μεγαλώνει σε μια πόλη της Γαλλίας. Περνά δύσκολα παιδικά χρόνια, καθώς η μητέρα της για να μπορέσει να τους συντηρήσει μετά το θάνατο του πατέρα της, γίνεται πόρνη. Η συναίσθηση όλου αυτού της προκαλεί παιδικά τραύματα που την ακολουθούν στη ζωή της ώσπου γνωρίζει τον Έλληνα καπετάνιο Γιάννη Ρεϊζή… Ερωτεύονται και την παίρνει μαζί του στην Ελλάδα, στο νησί της Σύρου, όπου παντρεύονται και δημιουργούν οικογένεια. Η ζωή τους, κυλάει όμορφα, μέχρι όμως που τα πράγματα αλλάζουν, όταν η Μαρίνα γνωρίζει τον αδερφό του Γιάννη, τον Μηνά… Τότε δημιουργείται μεταξύ τους ένας παράφορος ερωτισμός, ο οποίος τελικά εκδηλώνεται σε ένα διάστημα που ο Γιάννης λόγω οικονομικών προβλημάτων, εργάζεται πάλι ως καπετάνιος στο καράβι τους. Εκείνη τη μοιραία νύχτα, του “ερωτισμού”, η Μαρίνα χάνει το παιδί που έχει αποκτήσει με τον Γιάννη, την μικρή Αννούλα, από πνευμονία, ενώ παράλληλα μένει έγκυος από τον Μηνά (τον αδεφρφό του Γιάννη). Η πεθερά της, η γριά Ρεΐζαινα, που τους έχει πιάσει στο κρεβάτι της αμαρτίας, μετά την κηδεία της εγγονής της διώχνει τον μικρό γιο της (τον Μηνά), ο οποίος τελικά αυτοκτονεί… Ο Γιάννης ενημερώνεται για όλα αυτά, ενώ βρίσκεται ήδη στο ταξίδι του γυρισμού. Η δύσκολη τροπή της ζωής στο σπίτι των Ρεΐζηδων αλλά και η εγκυμοσύνη της Μαρίνας απο τον Μηνά, ωθούν τελικά την Μαρίνα στην αυτοκτονία.
Το Κοκκινόσπιτο είναι γνωστό και για τα πέτρινα σκαλιστά πλακάκια του και τις υπέροχες οροφογραφίες και τοιχογραφίες του, που όπως επισημαίνουν οι περιβαλλοντικές ομάδες, «φθείρονται πάνω στους ετοιμόρροπους σοβάδες και βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης».
Το σπίτι εξωτερικά είναι βαμμένο στην ίδια απόχρωση του αίματος.