Η τοποθεσία δεν ήταν φυσικά τυχαία. Το κομμάτι γης ανάμεσα στην Ηρώδου Αττικού και τη Ρηγίλλης δεν ήταν απλώς το αριστοκρατικότερο της Αθήνας. Η μικρή του απόσταση από τα Ανάκτορα υπογράμμιζε, τρόπον τινά, τον τίτλο της Αλίκης ως «βασίλισσας της μεγάλης οθόνης»…
Το πολυτελές σπίτι είχε αγοραστεί από την ηθοποιό πολύ νωρίς, στις αρχές της δεκαετίας του ’60. «Ποιος από αυτούς τους τοίχους είναι της Φίνος Φιλμς;», την είχε ρωτήσει τότε ο Φιλοποίμενας Φίνος, θέλοντας να τονίσει στην «εθνική σταρ» ότι είχε κάνει τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές επιτυχίες της στην εταιρεία του, όπως επίσης και να της υπενθυμίσει ότι είχε το υψηλότερο κασέ. «Κανείς!», του είχε απαντήσει ευθαρσώς η Αλίκη, που είχε χρηματοδοτήσει την αγορά από τα έσοδα της πρώτης πανελλαδικής περιοδείας της, η οποία είχε σπάσει ταμεία ανά τη χώρα, κάνοντας ρεκόρ εισπράξεων. Υπήρχαν βέβαια και κάποιοι ψίθυροι που ήθελαν το διαμέρισμα ως ένα από τα ανταλλάγματα που είχε δώσει στην ηθοποιό η Φρειδερίκη, προκειμένου να εγκαταλείψει το φλερτ με το διάδοχο Κωνσταντίνο. Ήδη από τότε η εμμονή του κοινού γεννούσε φήμες που ανήκαν όμως αποκλειστικά στη σφαίρα της φαντασίας…
Για αρκετά χρόνια μετά την αγορά του ακινήτου, η Αλίκη εξακολουθούσε να μένει με τη μητέρα της. Στην οδό Στησιχόρου μετακόμισε το 1965, μετά το γάμο της με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Ο ηθοποιός δεν ήθελε αρχικά να ζήσει εκεί. Εκλάμβανε ίσως την επιθυμία της σταρ, που είχε μεγαλώσει στο Μαρούσι και στη συνέχεια, καθώς τα οικονομικά προβλήματα της οικογένειας αυξάνονταν, στον όχι και τόσο chic Άγιο Παύλο, ως μεγαλομανία. Θεωρούσε ότι το σπίτι ήταν «υπερβολικά μεγάλο». Ως γνήσιος Πειραιώτης ίσως και να μην ήταν και τόσο ενθουσιασμένος με την προοπτική να μείνει σε ένα σπίτι που είχε αγοραστεί με τα χρήματα της γυναίκας του…
Όπως και να έχει, το διαμέρισμα επιπλώθηκε σε μοντέρνο για την εποχή στιλ, όλο σουηδικό ξύλο, δερμάτινους καναπέδες και νεωτερισμούς. Centerpiece το μπαρ, που την εποχή εκείνη ήταν απαραίτητη προσθήκη στα αθηναϊκά νοικοκυριά, ενώ το κρεβάτι του ζευγαριού με τη γαλάζια ταπετσαρία ήταν μάλλον πιο κλασικό από την υπόλοιπη επίπλωση και παρέπεμπε στην επίσης γαλάζια κρεβατοκάμαρα της βασίλισσας Ελισσάβετ…
Το σπίτι θα γινόταν το σκηνικό του μεγάλου τους έρωτα, αλλά και των χειρότερων καβγάδων τους… Η Αλίκη θα παραπονιόταν για χρόνια αργότερα για το πώς κάποια Χριστούγεννα ο Παπαμιχαήλ γκρέμισε το στολισμένο χριστουγεννιάτικο δέντρο. Ή για το πώς με τον πρώτο καβγά, εκείνος έβγαζε τη βέρα του, την ακουμπούσε στο κομοδίνο και αποκοιμιόταν με γυρισμένη την πλάτη του.
Έπειτα από έναν τέτοιο μεγάλο καβγά, ο Παπαμιχαήλ θα ξύπναγε για να ακούσει την Αλίκη να τηλεφωνεί στον Γιώργο Λαζαρίδη και να του λέει λεπτομέρειες του τσακωμού, προκειμένου ο σεναριογράφος να τις χρησιμοποιήσει για τις ανάγκες της ταινίας «Η αγάπη μας», που όταν προβλήθηκε έμοιαζε πραγματικά βγαλμένη από τη ζωή του διάσημου ζευγαριού. Ίσως επειδή τελικά ήταν…
Ο ερχομός του γιου τους, Γιάννη, το 1969 γέμισε το σπίτι χαρά, δεν ήταν όμως αρκετός ώστε να σώσει το γάμο των γονιών του, που θα χώριζαν ουσιαστικά έπειτα από δύο χρόνια και θα έδιναν το οριστικό τέλος στο γάμο τους επεισοδιακά το καλοκαίρι του 1974. Το σπιτικό της Αλίκης μετά την «έξοδο» του Παπαμιχαήλ θα άλλαζε μορφή και ενοίκους. Η πιστή αμπιγέζ της, Νότα Κονοπίση, μετακόμισε εκεί, όπως άλλωστε και η γκουβερνάντα του μικρού Γιάννη, που θα έμενε κοντά στην οικογένεια μέχρι που εκείνος θα μεγάλωνε.
Το άλλο που άλλαξε στα μέσα της δεκαετίας του ’70 ήταν βέβαια η διακόσμηση, που πλέον συντονίστηκε με τις μαξιμαλιστικές τάσεις της δεκαετίας. Χρυσοποίκιλτοι καθρέφτες, βαρύτιμα ασημένια κηροπήγια, λευκές μοκέτες, πίνακες του Βασιλείου, γυάλινα τραπέζια και μια σειρά από επίχρυσους Βούδες, που είχαν επικριθεί με αρκετή κακοπροαίρετη διάθεση ως κακόγουστοι από πολλούς επισκέπτες του σπιτιού τότε…
Κατόπιν, το διαμέρισμα της Στησιχόρου θα φιλοξενούσε το δεύτερο σύζυγό της, Γιώργο Ηλιάδη, με τον οποίο η Αλίκη θα πόζαρε σημαδιακά στο ίδιο κρεβάτι που μοιραζόταν με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, και αργότερα τον Βλάσση Μπονάτσο αλλά και τον Κώστα Σπυρόπουλο. «Σε χωριστές κρεβατοκάμαρες, βέβαια», όπως θα εξηγούσε η Αλίκη. «Ανεξαρτησία…».
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 στο διαμέρισμα θα γίνονταν και άλλες ανακαινίσεις, καθώς ο Γιάννης μετακόμισε σε ένα στούντιο στην ίδια πολυκατοικία και η παλιά διακόσμηση έδειχνε πλέον «κουρασμένη». Για όσο διάστημα διήρκεσαν οι εργασίες, η Αλίκη διέμενε στο Meridien, όπου είχε και την ατυχία να πέσει θύμα ληστείας. Όταν ολοκληρώθηκε, η νέα εικόνα του διαμερίσματος παρέπεμπε στο αγγλικό στιλ, με κόκκινα δωμάτια και χαρακτηριστική βαρύτιμη επίπλωση.
Πριν ολοκληρωθούν οι εργασίες όμως υπήρξε μια δυσάρεστη έκπληξη, όταν, εξαιτίας κακής κατασκευής, το νέο τζάκι που είχε τοποθετηθεί έβαλε φωτιά στο διαμέρισμα, προκαλώντας μεγάλες υλικές ζημιές αλλά και στεναχώρια στην ηθοποιό, που είχε αποδώσει, με επεισοδιακή εμφάνισή της στην τηλεόραση, όλες τις ευθύνες για τη φωτιά στη διακοσμήτρια…
Μετά την αποκατάσταση των καταστροφών, το νέο διαμέρισμα ήταν έτοιμο να υποδεχτεί την Αλίκη, η οποία ήταν ενθουσιασμένη με το τελικό αποτέλεσμα. Δυστυχώς, δεν πρόλαβε να το χαρεί. Την άνοιξη του 1996 είχε προσκαλέσει τον Κλεισθένη να την απαθανατίσει χαρούμενη στο νέο της σαλόνι και στη βεράντα, όπου είχε βγάλει μερικές από τις πιο διάσημες φωτογραφίες της. Η αντίστροφη μέτρηση όμως είχε ήδη αρχίσει για το τέλος, που θα γραφόταν τόσο πικρά στις 23 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς…