Σε έκθεση μελών της Ακαδημίας αναφέρεται ότι «η τακτική χορήγησης του συνδυασμού των δύο αντιπυρετικών φαρμάκων επιμηκύνει τη διάρκεια της ασθένειας του παιδιού και θέτει σε κίνδυνο την υγεία του».
Οι συντάκτες της έκθεσης τονίζουν ότι στις ημέρες μας οι γονείς καταλαμβάνονται από «πυρετο-φοβία» με αποτέλεσμα να χορηγούν χωρίς δεύτερη σκέψη και τα δύο φάρμακα στα παιδιά τους ώστε να πέσει ακόμη και ο ήπιος πυρετός. Το αποτέλεσμα είναι ότι πολλοί από αυτούς χορηγούν λανθασμένες δόσεις και αρκετές φορές μεγαλύτερες από τις κατάλληλες.
Σύμφωνα με την έκθεση ο πυρετός δεν είναι κακός, όπως πολλοί γονείς νομίζουν, αλλά αντιθέτως μαρτυρεί ότι ο οργανισμός του παιδιού πολεμά τον «εχθρό». Αντίθετα λοιπόν με τη συμβουλή πολλών παιδιάτρων σχετικά με συνδυαστική θεραπεία παρακεταμόλης και ιβουπροφαίνης στα παιδιά για την αντιμετώπιση του πυρετού, οι ειδικοί της Ακαδημίας αναφέρουν ότι αυτού του είδους ο συνδυασμός μπορεί να είναι περισσότερο βλαπτικός παρά καλός για την παιδική υγεία.
Όπως γράφουν οι επιστήμονες στην έκθεσή τους «πρέπει να δοθεί έμφαση στο ότι ο πυρετός δεν είναι ασθένεια αλλά ένας φυσιολογικός μηχανισμός με ευεργετική επίδραση στην καταπολέμηση των λοιμώξεων, ο οποίος δεν είναι επικίνδυνος για ένα κατά τα άλλα υγιές παιδί». Οι ειδικοί συμπληρώνουν ωστόσο ότι «δυστυχώς σχεδόν οι μισοί γονείς χορηγούν λανθασμένες δόσεις των αντιπυρετικών στα παιδιά τους».
Σημειώνεται ότι η γενική οδηγία των γιατρών είναι χορήγηση παρακεταμόλης στα παιδιά όχι περισσότερες από τέσσερις φορές την ημέρα και ιβουπροφαίνης μία φορά την ημέρα.
Στην έκθεση της Ακαδημίας όμως επικεφαλής συντάκτες της οποίας ήταν ειδικοί των Πανεπιστημίων του Λουισβίλ και του Αρκάνσας αναφέρεται ότι «και τα δύο φάρμακα συνδέονται με παρενέργειες».
Συγκεκριμένα η παρακεταμόλη έχει συνδεθεί με εμφάνιση άσθματος, ενώ η ιβουπροφαίνη έχει φανεί ότι οδηγεί σε σπάνιες περιπτώσεις σε έλκος στομάχου, ακόμη και σε προβλήματα της νεφρικής λειτουργίας.