Διαβάστε την:
«Είμαι εντελώς κωφή από το αριστερό μου αυτί και μερικώς κωφή από το δεξί μου. Φοράω ένα κανονικό ακουστικό βαρηκοΐας στο δεξί αυτί μου και έχω κοχλιακό εμφύτευμα στο αριστερό μου. Τώρα είμαι 19 ετών και εργάζομαι για να ζήσω σε ένα πολύ «κυριλέ» εστιατόριο.
Εκείνη τη μέρα είχε έρθει για φαγητό μια μεγάλη παρέα από 10 άτομα. Οι οικοδεσπότες της παρέας ήταν ένα ζευγάρι που τους είχα ξαναδεί αρκετές φορές. Ήταν τακτικοί πελάτες στο εστιατόριο. Ο σύζυγος ήταν ευγενικός, αλλά η γυναίκα του δημιουργούσε συνεχώς προβλήματα. Με κοίταζε με ύφος και νόμιζε ότι επειδή δουλεύω σε εστιατόριο, είμαι κατώτερη από αυτήν.
Πλησίασα πολύ ευγενικά για να τους ρωτήσω τι θα παραγγείλουν, αλλά πριν προλάβει κανείς άλλος να μιλήσει, η γυναίκα από το ζευγάρι μου είπε:
«Θα μπορούσες να πεις στον ιδιοκτήτη του εστιατορίου να έρθει για λίγο στο τραπέζι μας. Θα ήθελα κάτι να του πω πριν παραγγείλουμε. Τώρα σε παρακαλώ.»
Έκπληκτη της απάντησα: «Φυσικά. Υπάρχει κάτι που μπορώ να κάνω εγώ για σας;»
Ήταν κάθετη. Όχι μόνο δεν ήθελε να μου μιλήσει αλλά ούτε καν να με κοιτάξει: «Είπα το αφεντικό σου. Αργείς.»
Προσπαθούσα να καταλάβω τι συμβαίνει αλλά μάταια. Ίσως κάτι να είχα κάνει που την ενόχλησε και δεν το κατάλαβα. Ξεκίνησα να ειδοποιήσω το αφεντικό μου αλλά με βαριά καρδιά. Δεν ήταν και ο πιο εύκολος άνθρωπος του κόσμου και ανησυχούσα μήπως εκνευριστεί μαζί μου και με απολύσει. Είχα ανάγκη την δουλειά. Είχα ανάγκη τα χρήματα.
Αφού με άκουσε το αφεντικό μου, στη συνέχεια προχώρησε αμίλητος προς το τραπέζι της κυρίας.
Όταν έφτασε, τους συστήθηκε και ρώτησε την γυναίκα τι συμβαίνει.
Με επιθετικό ύφος εκείνη του είπε: «Πώς τολμάς και αφήνεις το προσωπικό σου να φοράει ακουστικά στην δουλειά; Ξοδεύουμε πολλά χρήματα στο εστιατόριο σου και περιμένουμε σωστή εξυπηρέτηση. Είναι ντροπή για τους ανθρώπους που έρχονται για να σου αφήσουν τα χρήματα τους.»
Οι περισσότεροι από την παρέα της φαίνονταν ότι ένιωθαν άβολα. Είχαν καταλάβει ότι μιλούσε για μένα. Είχαν καταλάβει επίσης ότι δεν φορούσα ακουστικά για να ακούω μουσική αλλά ακουστικά βαρηκοΐας. Δεν ήταν δύσκολο άλλωστε να το δει αυτό κάποιος.
«Κυρία μου, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν το επιτρέπω. Αν μπορούσατε να μου δείξετε ποιος από το προσωπικό μου το κάνει αυτό, θα φροντίσω να τον τιμωρήσω όπως του αξίζει» της είπε.
«Μα για όνομα του Θεού! Είναι το κορίτσι που στέκεται δίπλα σας!» του είπε η γυναίκα και με έδειξε.
Δουλεύω σε αυτό το εστιατόριο πάνω από 1 χρόνο και δεν έχω νιώσει ποτέ τόση απέχθεια για κάποιον πελάτη.
Το αφεντικό μου άρχισε να μιλάει: «Πραγματικά λυπάμαι. Δεν αξίζετε τέτοια μεταχείριση από κανέναν και για κανένα λόγο.»
«Αυτό σας είπα και εγώ. Δεν αξίζουμε να..» ξεκίνησε να λέει η γυναίκα αλλά το αφεντικό μου την διέκοψε.
«Μα δεν μιλούσα σε σας. Μιλούσα με την υπάλληλο μου και πολύ καλή μου φίλη. Εσείς είστε ένα κατάπτυστο ανθρώπινο ον. Πώς τολμάτε να έρχεστε εδώ και να μιλάτε σε ένα μέλος του προσωπικού μου με αυτό το τρόπο; Είναι προφανές ότι φοράει ακουστικά βαρηκοΐας. Όλοι οι υπόλοιποι στο τραπέζι σας το είδαν. Εσείς όχι; Τώρα δεν έχετε φέρει σε αμηχανία μόνο τον εαυτό σας με αυτό που κάνατε αλλά και τους φίλους σας. Λυπάμαι πολύ, θα σας ζητήσω όμως να φύγετε. Όποιος επιθυμεί από την παρέα σας μπορεί να παραμείνει. Όχι εσείς. Δεν επιτρέπω σε κανέναν να φέρεται με αυτό το τρόπο στο προσωπικό μου. Φύγετε σας παρακαλώ. Τώρα.»
«Πολύ καλά! Νομίζω όμως ότι μόλις κάνατε ένα πολύ μεγάλο λάθος. Δεν έπρεπε να μου μιλήσετε έτσι. Θα χάσετε πολλούς πελάτες εξαιτίας μας. Ο σύζυγός μου είναι δικηγόρος και θα..»
Αυτή τη φορά την διέκοψε ο σύζυγος της: «Αρκετά. Πραγματικά λυπάμαι. Έχουμε εξυπηρετηθεί και άλλες φορές από την σερβιτόρα σας και ξέρω ότι φοράει ακουστικά βαρηκοΐας. Και δεν είμαι δικηγόρος.»
Γύρισε προς τη σύζυγό του: «Νομίζω ότι πρέπει να πας σπίτι.» Συνέχισε να μιλάει αυτή τη φορά κοιτάζοντας προς το μέρος μου: «Είμαι πεινασμένος. Θα ήθελα να παραγγείλω σας παρακαλώ.»
Η γυναίκα αποσβολωμένη κοίταξε όλους στο τραπέζι αλλά κανείς δεν έμοιαζε διατεθειμένος να την ακολουθήσει στην έξοδο. Στη συνέχεια σηκώθηκε και έφυγε νευριασμένη. Πήρα την παραγγελία τους και το υπόλοιπο της βραδιάς πέρασε πολύ ομαλά. Όταν η παρέα ζήτησε το λογαριασμό, με φώναξε κοντά του ο σύζυγος και μου είπε:
«Λυπάμαι πολύ για τη σύζυγό μου. Ξέρετε, ούτε εγώ εργάζομαι αλλά ούτε και η γυναίκα μου. Δεν ήμασταν πάντα πλούσιοι. Δεν έχουν περάσει ούτε έξι μήνες από την ημέρα που κέρδισα πολλά χρήματα στο Λόττο. Πριν δούλευα σε ένα λογιστικό γραφείο και η γυναίκα μου ήταν υπάλληλος σε ένα κατάστημα υποδημάτων. Δεν ήταν έτσι πριν. Δεν έχω πραγματικά καμία ιδέα γιατί έχει γίνει τώρα έτσι. Σας υπόσχομαι ότι δεν θα την ξαναφέρω ποτέ εδώ.»
Το γεύμα τους κόστιζε περίπου 400 λίρες αλλά το φιλοδώρημα που μου έδωσαν ήταν πολύ μεγαλύτερο. Όλοι τους αισθάνονταν άσχημα και ήθελαν με κάποιο τρόπο να με αποζημιώσουν. Κανένα πρόβλημα!
Από τότε ο σύζυγος εξακολουθεί να έρχεται με φίλους του αλλά ποτέ με την γυναίκα του. Ζητάει πάντα εμένα για να τους σερβίρω και μου αφήνει μεγάλα, γενναία φιλοδωρήματα. Τόσο γενναία που πλέον έχω αρχίσει να τα μοιράζομαι και με τους άλλους υπαλλήλους του εστιατορίου!»